Η νόσος του Scheuermann, αποτελεί μια αγνώστου αιτιολογίας εκφυλιστική ασθένεια που εμφανίζεται κυρίως κατά την εφηβική ηλικία. Χαρακτηρίζεται από διαταραχή στην ανάπτυξη των σπονδύλων και των μεσοσπονδύλιων δίσκων και εμφανίζεται στη θωρακική αλλά και στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης. Σε αρχικά στάδια εμφάνισης της νόσου η αυξημένη κύφωση συχνά αποδίδεται στην ΄΄κακή στάση΄΄ που υιοθετούν οι ασθενείς με αποτέλεσμα την καθυστερημένη διάγνωση και θεραπεία. Τα ερευνητικά δεδομένα που υπάρχουν σχετικά με τη θεραπεία της νόσου προσανατολίζονται αρχικά στη συντηρητική  αντιμετώπιση της, με τη χρήση κάποιου ορθοτικού μέσου σε συνδυασμό με κάποιο πρωτόκολλο άσκησης. Σε περίπτωση αποτυχίας της συντηρητικής αποκατάστασης, η χειρουργική επέμβαση αποτελεί τη μοναδική θεραπεία επιλογής και εφαρμόζεται κυρίως σε περιπτώσεις ραγδαίας επιδείνωσης των αντικειμενικών και υποκειμενικών ευρημάτων της νόσου.                                                                                                

Η παραμόρφωση της σπονδυλικής στήλης τόσο στην θωρακική όσο και στην θωρακοοσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης μπορεί να φτάσει και τις 72° και πολλές φορές συνυπάρχει με ιδιοπαθή σκολίωση. Η κλινική εικόνα της νόσου περιλαμβάνει δύο τύπους:

Τύπου Ι : Κλασική νεανική κύφωση με τους σπονδύλους σε σχήμα σφήνας 5° και άνω.

Τύπου ΙΙα : Μη κλασική νεανική κύφωση η οποία χαρακτηρίζεται από  ανωμαλίες στο άνω και κάτω τμήμα τω σπονδυλικών σωμάτων, λέπτυνση του μεσοσπονδυλίου διαστήματος και εμφάνιση των οζιδίων του Schmorl στην πρόσθια επιφάνεια των σωμάτων παρόλο που δεν είναι ξεκάθαρο αν υφίσταται κάποια σχέση μεταξύ τους.

Τύπου ΙΙβ : Οξύς τραυματισμός του μεσοσπονδύλιου δίσκου – Ιστορικό οξύ συμπιεστικού τραυματισμού και πιθανό κάταγμα στην άνω ή κάτω σπονδυλική επιφάνεια.

Η αιτιολογία της νόσου παραμένει άγνωστη. Ωστόσο, υπάρχουν ερευνητές που υποστηρίζουν τη θεωρία για την μηχανική προέλευση της ασθένειας. Η αύξηση της πίεσης και η ρήξη της ενδοχόνδρινης επιφάνειας στη πρόσθια επιφάνεια των σπονδύλων προάγουν τις ιστολογικές και ακτινολογικές εικόνες της νόσου.                                    

Οι εργαστηριακές εξετάσεις καθώς και  η κλινική εικόνα του ασθενούς αποτελούν τους παράγοντες που καθορίζουν τη μορφή της θεραπείας. Μορφές της, αποτελούν η συντηρητική αποκατάσταση, που περιλαμβάνει την εφαρμογή εξειδικευμένου ασκησιολογίου με ή χωρίς τη χρήση ορθοτικού μέσου (κηδεμόνα), καθώς και η χειρουργική θεραπεία. Συνήθως οι σπόνδυλοι που επηρεάζονται περισσότερο από την κύφωση είναι από τον Θ4 έως και τον Θ12.                                                   

Συντηρητική θεραπεία ακολουθούν άτομα προεφηβικής και εφηβικής ηλικίας, των οποίων, η ανάπτυξη του σκελετού δεν έχει ολοκληρωθεί. Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή κάποιου πρωτοκόλλου άσκησης αποτελεί η κύφωση να μην υπερβαίνει τις 50° ώστε να μπορούν να εφαρμοστούν κάποιες ασκήσεις ενδυνάμωσης της Σ.Σ., οι οποίες επιδρούν στο υφιστάμενο κινητικό πατέντο. Εάν η κύφωση ξεπερνά τις 50°, η εφαρμογή κηδεμόνα είναι αναπόφευκτη.

Στο κέντρο μας, σκοπός της εφαρμογής των προγραμμάτων άσκησης είναι να προάγουν τη σταθερότητα της ΣΣ και να βελτιώσουν αφενός τη δύναμη και την αντοχή των αναχαιτισμένων μυών και αφετέρου να διατείνουν τους μύες που παρουσιάζουν βράχυνση και δυσλειτουργία προερχόμενη από ανεπαρκές εύρος κίνησης . Η σταθερότητα της ΣΣ, εξαρτάται από τις συνδεσμικές κατασκευές, οι οποίες την περιβάλλουν, καθώς και από το εν τω βάθει μυϊκό σύστημα. Οι σύνδεσμοι της σπονδυλικής στήλης έχουν πολύ ευαίσθητους υποδοχείς, οι οποίοι νευρώνονται από τον νωτιαίο μυελό και από το αυτόνομο νευρικό σύστημα. Η αύξηση της τάσης τους, προκαλεί αντανακλαστική αντίδραση των εν τω βάθει μυών κυρίως του πολυσχιδούς ο οποίος θεωρείται σημαντικό σταθεροποιητικό στοιχείο της.

Πηγή : osteomed.gr